- ἀνταποδιδόντας
- ἀνταποδίδωμιgive backpres part act masc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν … Dictionary of Greek
τίνω — Α 1. πληρώνω κάτι που χρωστώ, καταβάλλω κάτι που οφείλω, απαλλάσσομαι από τις υποχρεώσεις μου ανταποδίδοντας κάτι («δασμὸν οὐ μικρὸν τίνει», Σοφ.) 2. ανταμείβω κάποιον για κάτι καλό που μού έχει κάνει, ανταποδίδω καλό για καλό («καὶ μὴν ὀφείλων γ … Dictionary of Greek
Φλαβιανός — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ασκήτεψε επί 60 χρόνια στην κορυφή ενός βουνού. Η μνήμη του τιμάται στις 16 Φεβρουαρίου. 2. Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, πρεσβύτερος και σκευοφύλακας της Εκκλησίας, διάδοχος του Πρόκλου (447 –… … Dictionary of Greek